🔍
    sense 2v
    sense 1v
    Στην ιταλική γλώσσα υπάρχουν τέσσερις βασικές έγκλιες των ρημάτων: η δηλωτική, η υποθετική, η υποτακτική και η προστακτική.
    Κάθε μία από αυτές έχει τη δική της μοναδική χρήση για να εκφράσει διάφορες προθέσεις, ενέργειες και καταστάσεις. Η δηλωτική μας βοηθά να μιλήσουμε για γεγονότα, η υποθετική αναφέρεται σε αμφιβολίες και επιθυμίες, η υποτακτική αφορά υποθετικές καταστάσεις, ενώ η προστακτική χρησιμοποιείται για εντολές και αιτήσεις.
    Μαθαίνοντας να κλίνουμε σωστά τα ρήματα σε κάθε μία από αυτές τις έγκλιες, μπορούμε να εκφράζουμε εύκολα τις πιο ποικιλόμορφες σκέψεις και συναισθήματα στην καθημερινή μας ομιλία.
    Ha pronunciato il suo nome con orgoglio. (Luigi Pirandello, Il Fu Mattia Pascal)
    pronunciàre : προφέρω
    pro|nun|cià|re : (accento grave)

    Οριστική έγκλιση (Indicativo) του ρήματος pronunciàre

    Το οριστικό (Indicativo) είναι μία από τις βασικές έγκλιες στην ιταλική γλώσσα, που χρησιμοποιείται για να εκφράσει δράσεις, καταστάσεις ή γεγονότα που θεωρούνται πραγματικά και συγκεκριμένα.
    Χρησιμοποιείται για την περιγραφή γεγονότων, καθημερινών ρουτινών και αντικειμενικών καταστάσεων.
    Για παράδειγμα, προτάσεις όπως "Io vado al mercato" και "Loro studiano per l'esame" δείχνουν πώς το οριστικό μας επιτρέπει να μεταφέρουμε συγκεκριμένες πληροφορίες.
    Αυτή η έγκλιση μπορεί να κλίνεται σε διάφορους χρόνους, όπως ο ενεστώτας, ο παρελθόντας και ο μέλλοντας, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να προσδιορίσουμε ακριβώς πότε συμβαίνει η δράση. Η κατανόηση του οριστικού είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματική επικοινωνία και για την εκμάθηση των αποχρώσεων της ιταλικής γλώσσας.

    Tempo semplice

    Presente pronunciàre

    io pronuncio
    🔊
    tu pronunci
    🔊
    lui/lei/Lei pronuncia
    🔊
    noi pronunciamo
    🔊
    voi pronunciate
    🔊
    loro pronunciano
    🔊
    Tempo semplice

    Imperfetto pronunciàre

    io pronunciavo
    🔊
    tu pronunciavi
    🔊
    lui/lei/Lei pronunciava
    🔊
    noi pronunciavamo
    🔊
    voi pronunciavate
    🔊
    loro pronunciavano
    🔊

    Tempo semplice

    Futuro semplice pronunciàre

    io pronuncerò
    🔊
    tu pronuncerai
    🔊
    lui/lei/Lei pronuncerà
    🔊
    noi pronunceremo
    🔊
    voi pronuncerete
    🔊
    loro pronunceranno
    🔊
    Tempo semplice

    Passato remoto pronunciàre

    io pronunciai
    🔊
    tu pronunciasti
    🔊
    lui/lei/Lei pronunciò
    🔊
    noi pronunciammo
    🔊
    voi pronunciaste
    🔊
    loro pronunciarono
    🔊

    Tempo composto

    Futuro anteriore pronunciàre

    io avrò pronunciato
    🔊
    tu avrai pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei avrà pronunciato
    🔊
    noi avremo pronunciato
    🔊
    voi avrete pronunciato
    🔊
    loro avranno pronunciato
    🔊
    Tempo composto

    Passato prossimo pronunciàre

    io ho pronunciato
    🔊
    tu hai pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei ha pronunciato
    🔊
    noi abbiamo pronunciato
    🔊
    voi avete pronunciato
    🔊
    loro hanno pronunciato
    🔊

    Tempo composto

    Trapassato prossimo pronunciàre

    io avevo pronunciato
    🔊
    tu avevi pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei aveva pronunciato
    🔊
    noi avevamo pronunciato
    🔊
    voi avevate pronunciato
    🔊
    loro avevano pronunciato
    🔊
    Tempo composto

    Trapassato remoto pronunciàre

    io ebbi pronunciato
    🔊
    tu avesti pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei ebbe pronunciato
    🔊
    noi avemmo pronunciato
    🔊
    voi aveste pronunciato
    🔊
    loro ebbero pronunciato
    🔊

    Υποτακτική έγκλιση (Congiuntivo) του ρήματος pronunciàre

    Η υποτακτική έγκλιση (Congiuntivo) είναι μία από τις κύριες έγκλιες στην ιταλική γλώσσα και χρησιμοποιείται για να εκφράσει αβεβαιότητα, επιθυμίες, συναισθήματα και υποθετικές καταστάσεις.
    Είναι ιδανική για καταστάσεις που δεν είναι απόλυτα βέβαιες ή πραγματικές, όπως όταν μιλάμε για αμφιβολίες ή πιθανότητες.
    Για παράδειγμα, προτάσεις όπως "Spero che tu venga" (Ελπίζω να έρθεις) ή "Se avessi tempo, partirei" (Αν είχα χρόνο, θα έφευγα) δείχνουν πώς η υποτακτική βοηθάει να εκφραστούν συναισθήματα ή γεγονότα που εξαρτώνται από συνθήκες.
    Η υποτακτική μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορους χρόνους, όπως ο ενεστώτας και ο παρακείμενος, και είναι απαραίτητη για να μιλήσετε με περισσότερη ακρίβεια και να εκφράσετε πιο σύνθετες σκέψεις στα ιταλικά.

    Tempo semplice

    Congiuntivo presente pronunciàre

    io pronunci
    🔊
    tu pronunci
    🔊
    lui/lei/Lei pronunci
    🔊
    noi pronunciamo
    🔊
    voi pronunciate
    🔊
    loro pronuncino
    🔊
    Tempo semplice

    Congiuntivo imperfetto pronunciàre

    io pronunciassi
    🔊
    tu pronunciassi
    🔊
    lui/lei/Lei pronunciasse
    🔊
    noi pronunciassimo
    🔊
    voi pronunciaste
    🔊
    loro pronunciassero
    🔊

    Tempo composto

    Congiuntivo passato pronunciàre

    io abbia pronunciato
    🔊
    tu abbia pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei abbia pronunciato
    🔊
    noi abbiamo pronunciato
    🔊
    voi abbiate pronunciato
    🔊
    loro abbiano pronunciato
    🔊
    Tempo composto

    Congiuntivo trapassato pronunciàre

    io avessi pronunciato
    🔊
    tu avessi pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei avesse pronunciato
    🔊
    noi avessimo pronunciato
    🔊
    voi aveste pronunciato
    🔊
    loro avessero pronunciato
    🔊

    Υποθετική έγκλιση (Condizionale) του ρήματος pronunciàre

    Η δυνητική έγκλιση (Condizionale) είναι μία από τις βασικές έγκλιες στην ιταλική γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται για να εκφράσει ενέργειες ή καταστάσεις που εξαρτώνται από ορισμένες προϋποθέσεις.
    Συχνά τη συναντάμε όταν θέλουμε να διατυπώσουμε ευχές, αιτήματα ή υποθετικές καταστάσεις που δεν είναι σίγουρες.
    Για παράδειγμα, φράσεις όπως "Vorrei un caffè" (Θα ήθελα έναν καφέ) ή "Se avessi più tempo, viaggerei di più" (Αν είχα περισσότερο χρόνο, θα ταξίδευα περισσότερο) δείχνουν πώς η δυνητική χρησιμοποιείται για να εκφράσει συνθήκες που εξαρτώνται από ορισμένες καταστάσεις.
    Αυτή η έγκλιση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορους χρόνους, όπως ο ενεστώτας και ο παρακείμενος, και παίζει σημαντικό ρόλο στη σαφήνεια της επικοινωνίας και στην έκφραση σύνθετων ιδεών στα ιταλικά.

    Tempo semplice

    Condizionale presente pronunciàre

    io pronuncerei
    🔊
    tu pronunceresti
    🔊
    lui/lei/Lei pronuncerebbe
    🔊
    noi pronunceremmo
    🔊
    voi pronuncereste
    🔊
    loro pronuncerebbero
    🔊
    Tempo composto

    Condizionale passato pronunciàre

    io avrei pronunciato
    🔊
    tu avresti pronunciato
    🔊
    lui/lei/Lei avrebbe pronunciato
    🔊
    noi avremmo pronunciato
    🔊
    voi avreste pronunciato
    🔊
    loro avrebbero pronunciato
    🔊

    Προστακτική έγκλιση (Imperativo) του ρήματος pronunciàre

    Η προστακτική έγκλιση (Imperativo) είναι μια σημαντική έγκλιση στην ιταλική γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται για να δίνει εντολές, οδηγίες ή συμβουλές. Σχηματίζεται για το δεύτερο πρόσωπο ενικού, το δεύτερο πρόσωπο πληθυντικού και το πρώτο πρόσωπο πληθυντικού.
    Για παράδειγμα, προτάσεις όπως "Fai attenzione!" (Πρόσεχε!) ή "Parlate lentamente!" (Μιλάτε αργά!) δείχνουν πώς η προστακτική μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άμεση και σαφή επικοινωνία. Επίσης, η φράση "Andiamo!" (Ας πάμε!) για να εκφράσει πρόσκληση να κάνουμε κάτι μαζί είναι ένα παράδειγμα προστακτικής.
    Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η προστακτική δεν διαθέτει τύπους για το τρίτο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται η υποτακτική έγκλιση (Congiuntivo), η οποία χρησιμεύει για να εκφράζει ευχές ή προτάσεις με πιο ήπιο τρόπο. Αυτή η ιδιαιτερότητα κάνει την ιταλική γλώσσα μοναδική, καθώς η υποτακτική προσθέτει μια νότα ευγένειας και λεπτότητας στις συζητήσεις.
    Η κατανόηση της προστακτικής και η σωστή χρήση της είναι βασική για την αποτελεσματική επικοινωνία και τη διατήρηση ενός φιλικού τόνου στις καθημερινές αλληλεπιδράσεις.

    Imperativo pronunciàre

    tu pronuncia
    🔊
    noi pronunciamo
    🔊
    voi pronunciate
    🔊

    Congiuntivo pronunciàre

    Lei pronunci
    🔊
    Che lui/lei pronunci
    🔊
    Che loro pronuncino
    🔊

    Αυτός είναι ο λόγος που είναι τόσο σημαντικό να χρησιμοποιείς τον δωρεάν προπονητή μας για την κλίση των ιταλικών ρημάτων για να μάθεις την ιταλική γλώσσα!

    Η κλίση των ρημάτων είναι ένα από τα πιο δύσκολα μέρη της ιταλικής γλώσσας και απαιτεί συνεχή εξάσκηση για να κατακτηθεί.
    Με τον δωρεάν διαδραστικό μας προπονητή κλίσεων, μπορείτε να ασκηθείτε με ευχάριστο και εξατομικευμένο τρόπο, δουλεύοντας με τα πιο συνηθισμένα ρήματα, καθώς και με πιο σύνθετα. Ο προπονητής μας θα σας βοηθήσει να βελτιώσετε την ακρίβεια και την ταχύτητά σας, κάνοντας τον λόγο σας πιο σίγουρο.
    Ανεξάρτητα από το επίπεδο των γνώσεών σας στα ιταλικά, ο προπονητής κλίσεων θα σας βοηθήσει να προχωρήσετε στην εκμάθηση της ιταλικής γλώσσας!