Στην ιταλική γλώσσα υπάρχουν τέσσερις βασικές έγκλιες των ρημάτων: η δηλωτική, η υποθετική, η υποτακτική και η προστακτική.
Κάθε μία από αυτές έχει τη δική της μοναδική χρήση για να εκφράσει διάφορες προθέσεις, ενέργειες και καταστάσεις. Η δηλωτική μας βοηθά να μιλήσουμε για γεγονότα, η υποθετική αναφέρεται σε αμφιβολίες και επιθυμίες, η υποτακτική αφορά υποθετικές καταστάσεις, ενώ η προστακτική χρησιμοποιείται για εντολές και αιτήσεις.
Μαθαίνοντας να κλίνουμε σωστά τα ρήματα σε κάθε μία από αυτές τις έγκλιες, μπορούμε να εκφράζουμε εύκολα τις πιο ποικιλόμορφες σκέψεις και συναισθήματα στην καθημερινή μας ομιλία.
Le continue critiche lo hanno rincoglionito. (Alessandro Manzoni, I Promessi Sposi)
rincoglionìre : αποδιοργανώνω
rin|co|glio|nì|re
: (accento grave)
Οριστική έγκλιση (Indicativo) του ρήματος rincoglionìre
Το οριστικό (Indicativo) είναι μία από τις βασικές έγκλιες στην ιταλική γλώσσα, που χρησιμοποιείται για να εκφράσει δράσεις, καταστάσεις ή γεγονότα που θεωρούνται πραγματικά και συγκεκριμένα.
Χρησιμοποιείται για την περιγραφή γεγονότων, καθημερινών ρουτινών και αντικειμενικών καταστάσεων.
Για παράδειγμα, προτάσεις όπως "Io vado al mercato" και "Loro studiano per l'esame" δείχνουν πώς το οριστικό μας επιτρέπει να μεταφέρουμε συγκεκριμένες πληροφορίες.
Αυτή η έγκλιση μπορεί να κλίνεται σε διάφορους χρόνους, όπως ο ενεστώτας, ο παρελθόντας και ο μέλλοντας, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να προσδιορίσουμε ακριβώς πότε συμβαίνει η δράση. Η κατανόηση του οριστικού είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματική επικοινωνία και για την εκμάθηση των αποχρώσεων της ιταλικής γλώσσας.
Tempo semplice
Presente rincoglionìre |
||
io | rincoglionisco |
🔊
|
tu | rincoglionisci |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglionisce |
🔊
|
noi | rincoglioniamo |
🔊
|
voi | rincoglionite |
🔊
|
loro | rincoglioniscono |
🔊
|
Tempo semplice
Imperfetto rincoglionìre |
||
io | rincoglionivo |
🔊
|
tu | rincoglionivi |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglioniva |
🔊
|
noi | rincoglionivamo |
🔊
|
voi | rincoglionivate |
🔊
|
loro | rincoglionivano |
🔊
|
Tempo semplice
Futuro semplice rincoglionìre |
||
io | rincoglionirò |
🔊
|
tu | rincoglionirai |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglionirà |
🔊
|
noi | rincoglioniremo |
🔊
|
voi | rincoglionirete |
🔊
|
loro | rincoglioniranno |
🔊
|
Tempo semplice
Passato remoto rincoglionìre |
||
io | rincoglionii |
🔊
|
tu | rincoglionisti |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglionì |
🔊
|
noi | rincoglionimmo |
🔊
|
voi | rincoglioniste |
🔊
|
loro | rincoglionirono |
🔊
|
Tempo composto
Futuro anteriore rincoglionìre |
||
io | avrò rincoglionito |
🔊
|
tu | avrai rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | avrà rincoglionito |
🔊
|
noi | avremo rincoglionito |
🔊
|
voi | avrete rincoglionito |
🔊
|
loro | avranno rincoglionito |
🔊
|
Tempo composto
Passato prossimo rincoglionìre |
||
io | ho rincoglionito |
🔊
|
tu | hai rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | ha rincoglionito |
🔊
|
noi | abbiamo rincoglionito |
🔊
|
voi | avete rincoglionito |
🔊
|
loro | hanno rincoglionito |
🔊
|
Tempo composto
Trapassato prossimo rincoglionìre |
||
io | avevo rincoglionito |
🔊
|
tu | avevi rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | aveva rincoglionito |
🔊
|
noi | avevamo rincoglionito |
🔊
|
voi | avevate rincoglionito |
🔊
|
loro | avevano rincoglionito |
🔊
|
Tempo composto
Trapassato remoto rincoglionìre |
||
io | ebbi rincoglionito |
🔊
|
tu | avesti rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | ebbe rincoglionito |
🔊
|
noi | avemmo rincoglionito |
🔊
|
voi | aveste rincoglionito |
🔊
|
loro | ebbero rincoglionito |
🔊
|
Υποτακτική έγκλιση (Congiuntivo) του ρήματος rincoglionìre
Η υποτακτική έγκλιση (Congiuntivo) είναι μία από τις κύριες έγκλιες στην ιταλική γλώσσα και χρησιμοποιείται για να εκφράσει αβεβαιότητα, επιθυμίες, συναισθήματα και υποθετικές καταστάσεις.
Είναι ιδανική για καταστάσεις που δεν είναι απόλυτα βέβαιες ή πραγματικές, όπως όταν μιλάμε για αμφιβολίες ή πιθανότητες.
Για παράδειγμα, προτάσεις όπως "Spero che tu venga" (Ελπίζω να έρθεις) ή "Se avessi tempo, partirei" (Αν είχα χρόνο, θα έφευγα) δείχνουν πώς η υποτακτική βοηθάει να εκφραστούν συναισθήματα ή γεγονότα που εξαρτώνται από συνθήκες.
Η υποτακτική μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορους χρόνους, όπως ο ενεστώτας και ο παρακείμενος, και είναι απαραίτητη για να μιλήσετε με περισσότερη ακρίβεια και να εκφράσετε πιο σύνθετες σκέψεις στα ιταλικά.
Tempo semplice
Congiuntivo presente rincoglionìre |
||
io | rincoglionisca |
🔊
|
tu | rincoglionisca |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglionisca |
🔊
|
noi | rincoglioniamo |
🔊
|
voi | rincoglioniate |
🔊
|
loro | rincoglioniscano |
🔊
|
Tempo semplice
Congiuntivo imperfetto rincoglionìre |
||
io | rincoglionissi |
🔊
|
tu | rincoglionissi |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglionisse |
🔊
|
noi | rincoglionissimo |
🔊
|
voi | rincoglioniste |
🔊
|
loro | rincoglionissero |
🔊
|
Tempo composto
Congiuntivo passato rincoglionìre |
||
io | abbia rincoglionito |
🔊
|
tu | abbia rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | abbia rincoglionito |
🔊
|
noi | abbiamo rincoglionito |
🔊
|
voi | abbiate rincoglionito |
🔊
|
loro | abbiano rincoglionito |
🔊
|
Tempo composto
Congiuntivo trapassato rincoglionìre |
||
io | avessi rincoglionito |
🔊
|
tu | avessi rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | avesse rincoglionito |
🔊
|
noi | avessimo rincoglionito |
🔊
|
voi | aveste rincoglionito |
🔊
|
loro | avessero rincoglionito |
🔊
|
Υποθετική έγκλιση (Condizionale) του ρήματος rincoglionìre
Η δυνητική έγκλιση (Condizionale) είναι μία από τις βασικές έγκλιες στην ιταλική γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται για να εκφράσει ενέργειες ή καταστάσεις που εξαρτώνται από ορισμένες προϋποθέσεις.
Συχνά τη συναντάμε όταν θέλουμε να διατυπώσουμε ευχές, αιτήματα ή υποθετικές καταστάσεις που δεν είναι σίγουρες.
Για παράδειγμα, φράσεις όπως "Vorrei un caffè" (Θα ήθελα έναν καφέ) ή "Se avessi più tempo, viaggerei di più" (Αν είχα περισσότερο χρόνο, θα ταξίδευα περισσότερο) δείχνουν πώς η δυνητική χρησιμοποιείται για να εκφράσει συνθήκες που εξαρτώνται από ορισμένες καταστάσεις.
Αυτή η έγκλιση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορους χρόνους, όπως ο ενεστώτας και ο παρακείμενος, και παίζει σημαντικό ρόλο στη σαφήνεια της επικοινωνίας και στην έκφραση σύνθετων ιδεών στα ιταλικά.
Tempo semplice
Condizionale presente rincoglionìre |
||
io | rincoglionirei |
🔊
|
tu | rincoglioniresti |
🔊
|
lui/lei/Lei | rincoglionirebbe |
🔊
|
noi | rincoglioniremmo |
🔊
|
voi | rincoglionireste |
🔊
|
loro | rincoglionerebbero |
🔊
|
Tempo composto
Condizionale passato rincoglionìre |
||
io | avrei rincoglionito |
🔊
|
tu | avresti rincoglionito |
🔊
|
lui/lei/Lei | avrebbe rincoglionito |
🔊
|
noi | avremmo rincoglionito |
🔊
|
voi | avreste rincoglionito |
🔊
|
loro | avrebbero rincoglionito |
🔊
|
Προστακτική έγκλιση (Imperativo) του ρήματος rincoglionìre
Η προστακτική έγκλιση (Imperativo) είναι μια σημαντική έγκλιση στην ιταλική γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται για να δίνει εντολές, οδηγίες ή συμβουλές. Σχηματίζεται για το δεύτερο πρόσωπο ενικού, το δεύτερο πρόσωπο πληθυντικού και το πρώτο πρόσωπο πληθυντικού.
Για παράδειγμα, προτάσεις όπως "Fai attenzione!" (Πρόσεχε!) ή "Parlate lentamente!" (Μιλάτε αργά!) δείχνουν πώς η προστακτική μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άμεση και σαφή επικοινωνία. Επίσης, η φράση "Andiamo!" (Ας πάμε!) για να εκφράσει πρόσκληση να κάνουμε κάτι μαζί είναι ένα παράδειγμα προστακτικής.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η προστακτική δεν διαθέτει τύπους για το τρίτο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται η υποτακτική έγκλιση (Congiuntivo), η οποία χρησιμεύει για να εκφράζει ευχές ή προτάσεις με πιο ήπιο τρόπο. Αυτή η ιδιαιτερότητα κάνει την ιταλική γλώσσα μοναδική, καθώς η υποτακτική προσθέτει μια νότα ευγένειας και λεπτότητας στις συζητήσεις.
Η κατανόηση της προστακτικής και η σωστή χρήση της είναι βασική για την αποτελεσματική επικοινωνία και τη διατήρηση ενός φιλικού τόνου στις καθημερινές αλληλεπιδράσεις.
Imperativo rincoglionìre |
||
tu | rincoglioni |
🔊
|
noi | rincoglioniamo |
🔊
|
voi | rincoglionite |
🔊
|
Congiuntivo rincoglionìre |
||
Lei | rincoglionisca |
🔊
|
Che lui/lei | rincoglionisca |
🔊
|
Che loro | rincoglioniscano |
🔊
|
Αυτός είναι ο λόγος που είναι τόσο σημαντικό να χρησιμοποιείς τον δωρεάν προπονητή μας για την κλίση των ιταλικών ρημάτων για να μάθεις την ιταλική γλώσσα!
Η κλίση των ρημάτων είναι ένα από τα πιο δύσκολα μέρη της ιταλικής γλώσσας και απαιτεί συνεχή εξάσκηση για να κατακτηθεί.
Με τον δωρεάν διαδραστικό μας προπονητή κλίσεων, μπορείτε να ασκηθείτε με ευχάριστο και εξατομικευμένο τρόπο, δουλεύοντας με τα πιο συνηθισμένα ρήματα, καθώς και με πιο σύνθετα. Ο προπονητής μας θα σας βοηθήσει να βελτιώσετε την ακρίβεια και την ταχύτητά σας, κάνοντας τον λόγο σας πιο σίγουρο.
Ανεξάρτητα από το επίπεδο των γνώσεών σας στα ιταλικά, ο προπονητής κλίσεων θα σας βοηθήσει να προχωρήσετε στην εκμάθηση της ιταλικής γλώσσας!